27 Ιουλ 2015

Mου λείπεις

Πάνος Κατσιαούνης



Μου λείπεις.
Δύο λέξεις 
και άπειρες οι σκέψεις,
τα λόγια που θέλω να σου πω.
Δυο λέξεις που αγκιστρώνονται από πάνω μου.
Αν τις τραβήξεις θα πονέσω,
θα μείνω μια σκιά.
Αν τις αφήσεις πάνω μου να με φάνε,
δε θα σε συγχωρούσα ποτέ.

Γράμματα στη σειρά που αφορούν εμένα.
Το "μου" το εγωιστικό. 
Το πικρό και το πολύτιμο.
Σάπιο, βρωμερό και μισητό.
Αυτό είμαι.
Κι αυτό το "λείπεις" που ταυτόχρονα φοβάμαι και σιχαίνομαι.
Το αγάπησα γιατί μου στάθηκε.
Μόνο αυτό μου έμεινε.
Εσένα δε σε ρώτησε κανείς.

Έβαλες απλά τα παπούτσια σου 
κι άφησες πίσω αποτυπώματα.
Στο δρόμο που περπατούσαμε αγκαλιά.
Στο πάρκο που βρισκόμασταν κρυφά.
Στο άρωμα που άφηνες ξωπίσω σου.
Σε όλα αυτά που σου άρεσαν.

Ναι, πλέον τα αποφεύγω,
τα μισώ, αηδιάζω.
Τίποτα δεν έμεινε από σένα.
Και δεν πιστεύω τίποτα από όσα σου λέω τώρα.

Μένω σε ένα δωμάτιο ξένο, 
απρόσωπο, χωρίς φως.
Γκρι και μαύρο στο πάτωμα, 
στους τοίχους.
Δε θα μπεις ποτέ.
Δεν υπάρχεις εκεί.
Εκεί μένω εγώ.
Το "μου".
Εσύ απλά "λείπεις".
Μα το συνήθισα.

Κι όμως σκέφτομαι...
Αν εξαφανιστείς από προσώπου γης,
κάτι θα έχει μείνει.
Αυτό το που νιώθω σε εγκλώβισε.
Και ίσως έτσι συνεχίσω...
Ακόμη κι έτσι θα είμαστε μαζί.
Μόνος και μαζί σου.





13 Ιουλ 2015

Φεύγεις...

Πάνος Κατσιαούνης

Έκανα πάλι τον κόπο να γυρίσω πίσω σε εκείνες τις αναμνήσεις που τότε ήταν στιγμές. Στιγμές πραγματικές, θυμάμαι τότε γελούσα. Τότε. Τώρα είναι αναμνήσεις. Δε γελάω πια. Χαμογελάω με ένα ύφος κυνικό μιας και δεν πιστεύω τίποτα πλέον στην υπόλοιπη ζωή μου. 

Εκείνα τα δευτερόλεπτα που έκανες να σηκωθείς από την πολυθρόνα και να φύγεις, λίγα μόνο δευτερόλεπτα που για μένα έπαιζαν σε αργή κίνηση στο μυαλό μου από τη στιγμή που έκλεισες την πόρτα. Αυτός ο θόρυβος της πόλης κάλυψε όλα όσα είχα να σου πω. Κουράστηκα να σε ζητάω, να σε θυμάμαι, να σ' αγαπάω. Κι όμως ίσως ποτέ δε σταματήσω.

Εκείνο το βράδυ, υγρό, νωπό, βαριά υγρασία...θυμάμαι σε περίμενα από το απόγευμα. Είχαμε μέρες να βρεθούμε. Σκεπάστηκα με την κουβέρτα. Κάτι σκυλιά έξω φώναζαν... εσένα... να φανείς. Σε ζητούσαν. Κι εμφανίστηκες. Όπως πάντα. Τέτοια αλλοπρόσαλλη, ανεπιτήδευτη άνεση στις κινήσεις σου. Κορόιδευα την αυτοπεποίθηση που δεν σταματούσες ποτέ να μου επιδεικνύεις. Αυτό το σιχαινόμουν. Μαλακίες, γούσταρα περισσότερο. 

Ήπιαμε από ένα ποτήρι κρασί θυμάμαι, λευκό και παγωμένο. "Δεν τρελαίνομαι" είπες... αλλά αυτή πρέπει να ήταν η πρώτη φορά που ήμουν μαζί σου και δε με ένοιαζε τι ήθελες. Τι σου άρεσε, τι άντεχες... λες και μένα με ρώτησες ποτέ. Το ήπια όλο το μπουκάλι όταν έφυγες, δεν έμεινε σταγόνα για σένα και να διψάς δεν έχει τίποτα για να σου δώσω. Ξόρκισα τους δαίμονες μου στο γυάλινο κολονάτο ποτήρι, που έπειτα το έσπασα στα χέρια μου. 

Γελάω που μπορώ και να είμαι τόσο αυστηρός. Όχι, υποκρίνομαι. Κάθε φορά που σε κοιτάζω, όχι στο δρόμο... πλέον έχω αλλάξει διαδρομή... διαδρομές... άλλαξα πολλές... μιας και άλλαξε ο προορισμός,... Όταν φέρνω την εικόνα σου στο μυαλό μου, για να το θέσω καλύτερα. Πάντα σου άρεσε να είμαι ακριβής. 

Δε σε ξέχασα. Δε θα σε ξεχάσω...φοβάμαι πως δεν θα σε ξεχάσω. Δε φοβάμαι. 

Ψέμματα σου είπα ότι θέλω να φύγεις. Αν ήταν να εξαφανιστείς από τη ζωή μου ήθελα να με πάρεις μαζί σου. Να εξαφανιστώ κι εγώ από τη ζωή μου. Κι ας έλεγαν ότι έχασα όλα μου τα χρόνια για ένα καπρίτσιο, για ένα πάθος που με έτρωγε για χρόνια. 

Ξέρεις, στις ιστορίες που γράφω, ο ήρωας μου πάντα κερδίζει κάτι και χάνει κάτι άλλο. Θα έφευγα μαζί σου και δε θα είχα ζωή δίπλα σου. Θα έμενα πίσω και θα είχα τα όνειρα μου στα χέρια μου. 

Με άφησες πίσω και δεν κατάφερα τίποτα. 

Κι ήθελα τόσο να σε κάνω να επιστρέψεις. 

Ξανά. 

Ένα μαρτύριο σε επανάληψη. 

Μάλλον όχι. Δεν είμαι τόσο γενναίος να σε ζήσω πάλι από την αρχή. 

Και συ φεύγεις... μην περπατάς, μην κινείσαι...

Φεύγεις... Κι όμως έφυγες.






4 Ιουλ 2015

Επιστολή στον Sigmund Freud

Επιστολή στον Sigmund Freud

Kατσαμπή Στέλλα-Λουΐζα, Ιούλιος 2015

Αγαπημένε θείε Freud,

Επίτρεψε με να σε λέω αγαπημένε κι όχι ένα τυπικό «αγαπητέ». Έχουν περάσει σχεδόν 150 χρόνια από τότε που γεννήθηκες και 66 αφότου πέθανες. Ο κόσμος μετά από σένα δεν είναι ο ίδιος. Πόσο ευτυχισμένη και περίεργη θα ήμουν, να σε έβλεπα να σχολιάζεις το σήμερα. Σε φαντάζομαι να κάθεσαι σ’ ένα τραπέζι και να συζητάς μαζί με άλλους κορυφαίους επιστήμονες, τον Vygotsky, τον Chomsky, τον Bronfenbrenner και όταν διαφωνείτε να τους μαλώνεις όλους επιδεκτικά λέγοντας: Της μάνας σας!


Αλλά όχι θείε Φρόιντ. Τα πράγματα δεν είναι έτσι όπως μου τα πρωτόμαθες. Δεν είμαστε ένα τσουβάλι ένστικτα εμείς οι άνθρωποι. Ούτε είμαστε καθηλωμένοι σε μια καρέκλα να βλέπουμε σε flash-back όλα τα υποσυνείδητα «αμαρτήματα των μητέρων μας» (παράφραση διηγήματος του Βιζυηνού), και έπειτα να σκιαγραφούμε ολάκερη τη ζωή μας με δαύτα. Και όχι θείε μου, δεν είναι κάθε έρωτας με διαφορά ηλικίας ένα συναίσθημα κλεισμένο στη φορμόλη ενός οιδιπόδειου συμπλέγματος. Ίσως να 'χω κι άδικο, αλλά δεν με παρηγορεί καθόλου αυτή η σκέψη. Όταν βλέπω έναν άνθρωπο που με ενδιαφέρει κι ας είναι 20 χρόνια μεγαλύτερος μου, δεν είναι μια διεκδίκηση της περιορισμένης πατρικής μου φιγούρας. Είναι απλά άλλο ένα πλάσμα που μου διεγείρει τις αισθήσεις και τη νόηση όπως θα μπορούσε να είναι ο οποιοσδήποτε.
Ήδη σε κάνω εικόνα να διαβάζεις την επιστολή μου, καπνίζοντας την πίπα σου, χαϊδεύοντας μια ταρταρούγα γάτα. Σκεπτικός, εριστικός και ήδη προκατειλημμένος εναντίον μου για τον φθόνο πέους που 'χω.  Αλλά σου μιλάω με αγάπη, γιατί κανένας δεν ερμήνευσε τον άνθρωπο όπως εσύ. Γιατί σ’ αγάπησα πολύ, θείε Φρόιντ. Εσύ μου έμαθες πώς να βλέπω τον κόσμο λίγο πιο ευφάνταστα, να σκέφτομαι πως οι εσωτερικές δυνάμεις των ανθρώπων τους οδηγούν στις πράξεις τους. Με κάλυψες πνευματικά όσο κανείς νευροψυχίατρος, με τις εγκεφαλικές ερμηνείες, τις ψυχρές αδιάψευστες επιστημονικές του αποδείξεις. Και θέλω να σου πω, πως μέχρι και σήμερα, ακόμα διαβάζεσαι, ακόμα επηρεάζεις την σκέψη των ανθρώπων, ακόμα ζεις μέσα σε μια μικρή σκοτεινή πλευρά του ασυνείδητου κόσμου μας. Ποια μεγαλύτερη ευτυχία για έναν συγγραφέα, αν όχι ερευνητή;!
Τέλος, θέλω να σε ευχαριστήσω. Η θεωρία σου έχει ανοίξει μια πόρτα στη πιο ενδιαφέρουσα πτυχή του εγκεφάλου μας: στη φαντασία. Η περιέργεια μας για τους ανθρώπους μας κάνει να φανταζόμαστε τόσα πολλά πράγματα για την ιστορία τους που μας καθιστά επιούσιους, μικρούς Θεούς σε ένα αχανές σύμπαν. Γινήκαμε δημιουργοί των ανθρώπων, γιατί όλοι αποκτάν ουσία μέσα από τη σκέψη και τα μάτια μας. Η εικόνα τους γίνεται καθ’ ομοίωση των σκέψεων που έχουμε για αυτούς. Από μόνοι μας δεν είμαστε τίποτα. Σε μακαρίζω και σε ευγνωμονώ για πάντα, γιατί είμαι κι εγώ, σαν κι όλους τους άλλους ένας Θεός, κι έχω κτίσει την Εδέμ μου με τα πιο γερά θεμέλια: τους άλλους Θεούς, τους ανθρώπους της καρδιάς μου. 


Με αγάπη, 

Άλλη μια δέσμια και παθούσα των θεωριών σου